Tuesday, June 26, 2007

ΣΤΗΝ ΞΑΝΘΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ ΧΟΡΕΥΟΥΝ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ...

...τα κορίτσια που καθόντουσαν στο παγκάκι φαίνεται να ξέχασαν κάποια χαρτιά. Σκέφτομαι να τρέξω να τους τα δώσω αλλά...δε βαριέσαι, μάλλον θα τα άφησαν γιατί δεν τα χρειάζονται ή γιατί έτσι δεν θα χρειαστεί να μετακινηθώ από την καρέκλα μου. Ο δρόμος το μόνο που δεν νιώθει σήμερα είναι η μοναξιά. Τον ποδοπατούν συνεχώς. Άραγε να μπορεί να καταλάβει αν το βάρος που νιώθει είναι από άνθρωπο ή από αυτοκίνητο; Ξέρει να κάνει αυτή τη διαφοροποίηση ή γι' αυτόν είμαστε όλοι ίδιοι; Τον αφουγκράζομαι να βαρυγκομάει από τη ζέστη...ακούω να προσεύχεται για λίγη βροχή. Ο καιρός αναποφάσιστος κι αυτός , τη μια πάει να του κάνει το χατίρι και την άλλη το μετανιώνει. Είναι αυτά τα υπαρξιακά που λέγαμε!
"Όταν σε είχα δει στην Ξάνθη
ήσουν άνοιξη με τα άνθη
κι άλλη μια φορά χειμώνα
λυπημένη ανεμώνα"

Στο διπλανό τραπέζι δύο φαντάροι συζητάνε για το πότε θα πάρουν τις ΤΑΠ (τιμητικές άδειες παραμεθορίου) που δικαιούνται. Αν κρίνω από το λυπημένο ύφος, μάλλον δεν θα τις πάρουν ποτέ. Κρίμα, γιατί θα ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να σμίξουν με την οικογένεια, τους φίλους ή την κοπέλα τους. Για τον καθένα μας άλλωστε αυτοί οι άνθρωποι είναι οι φορτιστές μας. Είναι αυτοί που όταν τους βλέπουμε, αυτόματα ο εγκέφαλος βγάζει στην οθόνη το μήνυμα connecting people!
Μια παρέα διασχίζει κάθετα τον δρόμο. Αισθάνομαι την ελευθερία που νιώθουν. Να μου το θυμηθείτε, το πράσινο θα φορεθεί πολύ φέτος (γι' αυτό με λένε prophet άλλωστε). Μάλλον η μόδα επηρεάστηκε από την μόλυνση του περιβάλλοντος και το κάψιμο των δασών. Σου λέει δεν υπάρχει που δεν υπάρχει καθόλου πράσινο στις πόλεις, τουλάχιστον με τα ρούχα θα νομίζουμε όλοι ότι αναπνέουμε καθαρό αέρα!!! Να σας πω την αλήθεια, αυτή τη στιγμή και 'γώ σαν φυτό σε καρέκλα νιώθω, που μαζεύει ήλιο για να φωτοσυνθέσει αργότερα. Ως χλωροφύλη, τείνω να ονομάσω τον φραππέ.
"Ήταν φως το φόρεμα σου
άσπρο κρίνο τ' άρωμα σου
κι άνθιζε ο ουρανός για σένα
τ' αστεράκια ένα-ένα"

Κάθομαι στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου της διόροφης καφετέριας και ακριβώς από κάτω μου συναντιούνται δύο γνωστοί που αν κρίνω από την ενθουσιασμό τους πρέπει να είχαν να βρεθούν πάνω από ένα χρόνο. "Πού είσαι ρε μαλάκα; Τι κάνεις;", λέει ο ένας για να σπάσει τον πάγο και την αμηχανία προφανώς. Πρωτότυπη ερώτηση σκέφτομαι! "Καλά. Εσύ;". Από πρωτοτυπία βλέπω και ο άλλος δεν πάει πίσω! Έχετε αναρωτηθεί ποτέ τα μηνύματα που κρύβονται πίσω από τις λέξεις; Όλες οι λέξεις λειτουργούν ως κωδικοί που το πιθανότερο είναι να αποκωδικοποιούνται διαφορετικά από τον καθένα μας. Θέλω να πω ότι αν γινόταν ο παραπάνω διάλογος ανάμεσα σε δύο αδέρφια ή σε δύο πολύ καλούς φίλους, μπορεί για κάποιον τρίτο που θα τον άκουγε να ήταν απλά κάποιες λέξεις, όμως για τους συμμετέχοντες στο διάλογο να είχαν ειπωθεί χίλιες λέξεις και άλλα τόσα συναισθήματα. Και επιτέλους, όταν πετυχαίνουμε κάποιον γνωστό στο δρόμο και μας ρωτάει τι κάνουμε, τι ακριβώς εννοεί; Οικονομικά τι κάνουμε; Οικογενειακά; Επαγγελματικά; Σεξουαλικά; Με το Πανεπιστήμιο; Μάλλον ενδιαφέρεται γενικά για τη ζωή μας! Πολλές φορές μας βγαίνει και ένα ψεύτικο ενδιαφέρον. Έτσι δεν είναι;
Καθώς τα σκέφτομαι όλα αυτά η προσοχή μου σκοντάφτει στη μεσαία κοπέλα μιας τριμελούς παρέας. Φοράει μαύρο φουστάνι, κόκκινα σταράκια και έχει τα μαλλιά της δεμένα πίσω. Φαίνεται αναστατωμένη από κάτι που έγινε πριν λίγο. Πιάνει το κεφάλι της και ψυθιρίζει σχεδόν με λιγμούς "δεν το πιστεύω ρε γαμώτο", "γιατί σε 'μένα;". Όπως είναι φυσικό βέβαια, σε τέτοιες ερωτήσεις η κλήση μας προωθείται. Χτυπάει με δύναμη τα πόδια της στο πεζοδρόμιο εναλλάξ, λες και φταίει εκείνο για ότι της συνέβη. Την παρακολουθώ με το βλέμμα μου μέχρι που χάνεται πίσω από τις πολυκατοικίες. Σε δευτερόλεπτα όμως, τη βλέπωνα επιστρέφει με βήμα γρήγορο, κοφτό και αποφασιστικό προς την κατεύθυνση που είχε έρθει πρίν. Το πρόσωπό της ήταν τόσο κόκκινο που έλεγες πως αν έκανες το λάθος και ακουμπούσες το χέρι σου επάνω θα γινόταν κάρβουνο. Ήταν έτοιμη να ζητήσει τα ρέστα...ήταν έτοιμη για επανάσταση. Μπράβο κορίτσι μου, όσο υπάρχουν άνθρωποι με νεύρο, είμαστε σε καλό δρόμο...
"Έρχεσαι και ήλιους φέρνεις
κι όταν φεύγεις μου τους παίρνεις
κι απ‘ τον μιναρέ της Ξάνθης
σου φωνάζω να ξανάρθεις"