Tuesday, August 25, 2009

Το παγκάκι που συνάντησε την ιστορία...

Ανεβαίνω την Hamidiye οδό με τα πόδια αναζητώντας δεξιά και αριστερά κάποιο απάνεμο αγκυροβόλιο για να ξεκουραστώ. Στην κορυφή του δρόμου αχνοφαίνεται ένα καταπράσινο πάρκο. Επιταχύνω το βήμα και ακριβώς μπροστά μου βρίσκεται ένα παγκάκι. Το οικειοποιούμε σε δευτερόλεπτα. Αφήνω όλη την κούραση και το βάρος μου να κατανεμηθεί ισομερώς πάνω στα ξύλινα στηρίγματα, ενώ ταυτόχρονα δίνω το ελεύθερο στη ματιά μου να παρατηρήσει το χώρο. Το μυαλό παραδίνεται στην άγρια ομορφιά και στην επιβλητικότητα του Μπλε Τζαμιού που δεσπόζει ακριβώς στην ευθεία του βλέμματός μου. Νιώθω μικρός...


Συνειδητοποιώ που βρίσκομαι και αμέσως στρέφω τη ματιά πίσω από την πλάτη μου. Ανακουφίζομαι καθώς αντικρίζω την Αγιά Σοφιά να στέκει πάνω στα βαριά από την ιστορία θεμέλιά της. Νιώθω ακόμα πιο μικρός... Λες και με βάλανε ως Δαυίδ ανάμεσα σε δύο Γολιάθ!

Τώρα στο σούρουπο τα κτήρια και οι δρόμοι φωτίζονται από χιλιάδες λαμπάκια τα οποία δίνουν μία παραμυθένια χροιά στο σκηνικό. Το στόμα έχει στεγνώσει και αποζητά επειγόντως οτιδήποτε που μπορεί να το ανακουφίσει. Τι καλύτερο τέτοια ώρα στην Κωνσταντινούπολη από ένα ζεστό τσάι; Έχω βγάλει ήδη τα παπούτσια καθώς προσπαθώ να βολευτώ καλύτερα στη θέση μου. Σηκώνω το ποτήρι, μυρίζω το τσάι, αφήνω τον ατμό που βγαίνει να ταξιδέψει τη σκέψη μου και κατεβάζω μια δυνατή γουλιά. Ο λαιμός μου αντιδρά από το κάψιμο, αλλά το σώμα έχει ήδη παραδωθεί στην χαλαρωτική δύναμη του ροφήματος. "Αφήστε με εδώ για πάντα...", μουρμουρίζω καθώς με την άκρη των ματιών μου αναζητώ πάντα την Αγιά Σοφιά. Η ανακούφιση συνοδεύεται αυτή τη φορά από ακόμα μια δυνατή γουλιά τσαγιού...